faire vider - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

faire vider - translation to Αγγλικά

OBLIGATORY FEATURE IN A GENRE
Scenes á faire; Scenes a faire; Scenes a faire doctrine; Scènes à faire doctrine; Scene à faire; Scene a faire; Scenes à faire

faire vider      
empty, clean out, exhaust

Ορισμός

laissez-faire
[?l?se?'f?:]
¦ noun a policy of non-interference, especially abstention by governments from interfering in the workings of the free market.
Derivatives
laisser-faireism noun
Origin
Fr., lit. 'allow to do'.

Βικιπαίδεια

Scènes à faire

A scène à faire (French for "scene to be made" or "scene that must be done"; plural: scènes à faire) is a scene in a book or film which is almost obligatory for a book or film in that genre. In the U.S. it also refers to a principle in copyright law in which certain elements of a creative work are held to be not protected when they are mandated by or customary to the genre.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για faire vider
1. Il a d$'; beaucoup gratter pour me faire vider mon sac, crever l‘abc';s et comprendre ce qui n‘allait pas.
2. Le FBI alla męme jusqu‘ŕ faire vider un étang, non loin de la ville de Frederick, pr';s de Fort Detrick.
3. Joëlle Kuntz Mercredi 7 janvier 200' La convivialité est l‘ensemble des relations positives tissées entre les personnes au sein d‘une société. Sans vouloir vous accabler en période de bons vśux, je dois vous annoncer qu‘elle est en crise. '';a a commencé quand les non–fumeurs se sont plaints des fumeurs, que ceux–ci ont fait semblant de ne pas entendre et qu‘ils ont fini par se faire vider des lieux publics. '';a a continué quand les lieux publics ont d$'; fermer parce que les consommations des seuls non–fumeurs ne suffisaient plus ŕ payer le loyer.